Writen by
Iptamenos Ollandos
7:45 π.μ.
-
0
Comments
Τρύφων Λιώτας
Η
ταινία "Ο Αγγελιοφόρος" (Ulak, 2008, Turkey) του Çagan Irmak είναι μια
χωρίς χρόνο και τόπο αληθινή ιστορία με πολλά κρυμμένα μηνύματα που
απαιτούν την συμμετοχή του ακροατή – τηλεθεατή. Και όλα αυτά ενδεδυμένα
με τον μανδύα της φαντασίας και του παραμυθιού σε κάποιο χωριό της
Ανατολής πριν πολλά χρόνια, όπου η τέχνη των παραμυθάδων καθήλωνε τους
ακροατές, ανοίγοντας στα μάτια της φαντασίας τους σε κόσμους που
προκαλούσαν δέος.
Ένας
παραμυθάς ταξιδεύει από χωριό σε χωριό όπου διηγείται το παραμύθι του
στα παιδιά του χωριού. Το κάνει από ανάγκη, όχι όμως για βιοποριστικούς
λόγους αλλά γιατί θεωρεί ότι ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα χωρίς τα λόγια
του. Η ιστορία μιλά για έναν αγγελιοφόρο στον οποίο κάτι που έχει δει
έχει αλλάξει τον τρόπο που βλέπει και μιλά για τα πράγματα. Μια μέρα θα
φτάσει σε ένα χωριό που οι κάτοικοί του μοιάζουν να έχουν μαζέψει όλες
τις αμαρτίες του κόσμου: γυναίκες λοιδορούνται για την ατεκνία τους, μια
μητέρα εκδίδει το παιδί της, πατεράδες ταπεινώνουν τα παιδιά τους και
ερωτευμένοι απαγορεύεται να είναι μαζί. Οι καρδιές των κατοίκων είναι
σκοτεινές, τα στόματα κλειστά στις οφθαλμοφανείς αδικίες αλλά ανοιχτά
στην κοροϊδία του συγχωριανού. Η ζωή εκεί έχει καταντήσει ένα συνεχές
μαρτύριο. Όμως το παραμύθι με το μήνυμα του αγγελιοφόρου θα αρχίσει να
αλλάζει τη ζωή στο μικρό χωριό. Το άγχος εξαφανίζεται από τις καρδιές
των ανθρώπων και η σκιά που πριν κυριαρχούσε δίνει τη θέση της σε μια
καινούργια διάθεση γεμάτη κουράγιο. Η αλήθεια θα νικήσει τη σιωπή. Στα
παραμύθια γίνονται θαύματα εδώ όμως έχουμε ένα το οποίο κάνει το ίδιο
θαύματα αφού μπορεί και διώχνει το φόβο από τις καρδιές των ανθρώπων.
Κανένα
από τα μηνύματα της ταινίας δε δίνεται με άμεσο τρόπο. Ο ίδιος ο
σκηνοθέτης και σεναριογράφος δήλωσε πριν την προβολή της ταινίας ότι «αν
περιμένετε κλισέ, δε θα ικανοποιηθείτε».
«Κάποτε
είμασταν όλοι αδέλφια. Δεν γραφτήκαν όλα τα βιβλία για εμάς; Τι άλλαξε;
Τι μας συνέβη;» Έτσι ξεκινά η ταινία μαζί με την αναφορά στο όνομα του
Δημιουργού. Το παραμύθι που θα εξελιχθεί έχει θέσει ήδη τις βάσεις της
αλληγορίας του: δεν αναφέρεται στα παλιά χρόνια αφού η ανθρωπότητα
συνεχίζει να μην είναι αδελφωμένη˙ δεν μιλά για κάποιο συγκεκριμένο
χωριό αφού μπορεί να είναι το οποιοδήποτε˙ ενώ η θρησκεία στο υπόβαθρο
απλά τονίζει την πίστη στη δικαιοσύνη ενός ανώτερου όντος αφού η
δικαιοσύνη των θνητών ανίκανη να γίνει ισχυρή από μόνη της απλά υφαρπάχτηκε από τους δυνατούς.
Οι
ιστορίες εστιάζουν στη δύναμη του Θεού, την σημασία του να παραμένεις
αληθινός στον εαυτό σου και την ανάγκη για την αποτίναξη του ζυγού της
τυραννίας. Ο αγγελιοφόρος είναι ιδιαίτερα σκληρός με εκείνους που
ακολουθούν τυφλά το κοινό συναίσθημα χωρίς να κατανοούν τίποτα για τους
εαυτούς τους και τις κοινωνίες των οποίων μέλη αποτελούν. Είναι
ταυτόχρονα οι λιγότερο ευφυείς αλλά και οι πιο επικίνδυνοι άνθρωποι.
«Εκείνοι που ξέρουν αλλά σιωπούν είναι τόσο ένοχοι όσο και οι αυτουργοί
του εγκλήματος.»
Τα
τρία μέρη στα οποία χωρίζεται η ιστορία θα μπορούσαν να παρομοιαστούν
κατά σειρά με το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον. Ο παραμυθάς μας έχει
ήδη από την αρχή προειδοποιήσει για την ενεργητική και απαιτητική
συμμετοχή μας: το «μέλλον» και η ευθύνη του ανήκει αποκλειστικά στον
ακροατή. Αυτός θα πρέπει να το «διηγηθεί» με τα μάτια της φαντασίας του.
Η φαντασία παίζει τον πρωτεύοντα ρόλο στο παραμύθι και στη ζωή. Γι’
αυτό ο παραμυθάς διαλέγει τα παιδιά για ακροατήριο και οι ελάχιστες
εξαιρέσεις που κάνει για μεγάλους είναι επειδή αυτοί έχουν διατηρήσει
την ικανότητα να ονειρεύονται. Εξάλλου η ταινία είναι αφιερωμένη σε όλα
τα παιδιά με την δυνατότητα να ονειρεύονται γιατί αυτά αποτελούν
ταυτόχρονα την ελπίδα και το ίδιο το μέλλον.
Με την
βοήθεια της απίστευτης μουσικής επένδυσης από την Ευανθία Ρεμπούτσικα
(που 2 χρόνια πριν είχε γράψει και πάλι τη μουσική για την προηγούμενη
ταινία του ίδιου σκηνοθέτη αποσπώντας το 1ο βραβείο το 2006), τις
αξέχαστες ερμηνείες από επαγγελματίες αλλά και ερασιτέχνες ηθοποιούς, τα
καταπληκτικά κουστούμια, το προσεγμένο σενάριο και την όμορφη
σκηνοθεσία ο θεατής βρίσκεται από την αρχή καθηλωμένος σε μια «ονειρική»
κατάσταση όπου το παραμύθι συνυφαίνεται τόσο καλά με την πραγματικότητα
κάνοντας αδύνατη την οποιαδήποτε διάκρισή τους. Αν συνυπολογίσουμε και
την αβεβαιότητα του χρόνου και του τόπου σε αυτήν την εναλλαγή
παραμυθιού και πραγματικότητας τότε ίσως κατανοήσουμε ότι ο σκηνοθέτης
θέλει να μας πει μια παλιά ιστορία για το σήμερα και το αύριο
χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του χθες. Μια γλώσσα όμως που δεν σιωπά, μιλά
με θάρρος για τις ρίζες της ζωής και την σημασία των αξιών της.
Μπορείτε να απολαύσετε αυτό το αριστούργημα με ελληνικούς υπότιτλους εδώ
Δημοσιεύτηκε στον Τοίχο.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου