ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2016

Άγχος

 



     Το άγχος και η σεξουαλικότητα έχουν κοινό ότι χρειάζονται ολοένα και δυνατότερες παρορμήσεις για να βιωθούν στο μέγιστο, υποφέρουν και οι δυο από τη φθορά της επανάληψης. Όπως η ερωτική έκσταση περνά από έναν γυμνό ώμο, το πετάρισμα της βλεφαρίδας, το θέαμα μιας σπονδυλικής στήλης σε μια συνεδρία κατά την οποία κρεμιέσαι για σαρανταοκτάωρα με δερμάτινα ρούχα πάνω από ένα δοχείο με καυτό λάδι, έτσι και το άγχος για τη βόμβα είναι η τελική κατάπτωση του άγχους για την αράχνη. Όποιος έχει νιώσει το μαστίγιο δεν έχει πια κανένα ενδιαφέρον για φτερά χήνας, όποιος τρέμει στην ιδέα της καταστροφής δεν ανατριχιάζει στην εγγύτητα ενός εντόμου. Αλλά ήταν άγχος, άγχος και τίποτα άλλο, αυτός ο τρόμος για την αράχνη. Το πνεύμα και το σώμα για μια στιγμή συνέπλευσαν, δεν υπήρχε πια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο τυφλό συναίσθημα και την καθαρή ματιά.
     Το γεγονός ότι τόσοι πολλοί τρέμουν τη βόμβα ενώ απλά φοβούνται την όξινη βροχή, τους καινούργιους φόρους και τα ξεπαγιασμένα δάχτυλα, εξηγεί ότι τρέμουν μονάχα στις φήμες. Στην πραγματικότητα δεν μπορούν να πάνε παραπέρα από το έντομο, ήταν απλά η αίσθηση της εντύπωσης που προκλήθηκε από την αράχνη. Αλλιώς θα πέφτανε σαν τρωκτικά στον ωκεανό, ακολουθώντας τα ραδιενεργά τους απόβλητα.
     Αυτή η αίσθηση της εντύπωσης για τις αράχνες είναι σε όλους μας κοινή, είτε αν η αράχνη λέγεται  μέδουσα είτε σκαθάρι. Ο ένας τρομάζει από τη σκιά που πέφτει σε μια γωνία, ο άλλος από ένα ψιλό και διαπεραστικό ήχο. Οι περισσότεροι φοβούνται την εμφάνιση αραχνών, τις σκιές και τους ήχους που θα μπορούσαν να υπάρχουν. Δεν τρέμουμε το πραγματικό, αλλά το πιθανό – σ' αυτόν τον μη διαχωριζόμενο σπασμό ιδιοσυγκρασίας και μυώνων, αιμοφόρων αγγείων και στοχασμού που ονομάζεται άγχος. Εκεί η κινητικότητα και η ανάλυση έχουν, ως μεμονωμένα φαινόμενα, χαθεί. Όλοι ξέρουν το άγχος για το άγχος.
     Ως παιδί έπρεπε κάθε βράδυ, πριν μπορέσω να κοιμηθώ, να κοιτάξω κάτω από το κρεββάτι μου. Ακόμη μια φορά. Και μια φορά ακόμη. Η επιθυμία για τρόμο έδινε όλο και πιο πολύ χώρο στον καταναγκασμό της τελετουργίας. Δεν φοβόμουν πια ότι ένα πνεύμα της γης θα μπορούσε να είναι ξαπλωμένο κάτω από το κρεββάτι μου όταν κοιτούσα – αλλά ότι αυτό, με τα προς τα έξω πεταγμένα μάτια του και την πρησμένη του κοιλιά, θα μπορούσε να είναι εκεί όταν εγώ δεν θα κοιτούσα.
     Η τελετουργία αντιπροσωπεύει από τότε την τάξη, το άγχος το χάος. Όσο περισσότερο όλα επαναλαμβάνονται, τόσο μεγαλύτερο γίνεται το άγχος σαν αντίβαρο. Η τελετουργία έπαιρνε διαστάσεις που έκοβαν την ανάσα, από παραφύλαξη και κοίταγμα προς τα πίσω, από υποψία και απομόνωση, από το σφράγισμα χαραμάδων και ραφών ώσπου να μην μπορεί να ξεφύγει ούτε αναστεναγμός από το θυμωμένο πνεύμα. Τα στυλό βρίσκονταν οδυνηρά κλεισμένα στα καπάκια τους πάνω στο τραπέζι, η μέρα έκλεινε, σχολαστικά, με τέχνη λογιστική. Ταυτόχρονα, ωστόσο, το άγχος αυξανόταν, διασχίζοντας το δρόμο από το απαλό φιλί της αράχνης στο αυτί ως το σκληρό δόρυ του θανάτου που τρυπά απευθείας την καρδιά.
     Υπάρχει ένα όριο στην τελετουργία, υπάρχει ένα όριο στο άγχος. Η τάξη έγινε χάος και το χάος ξανά ύψιστη τάξη. Η τελετουργία έγινε κάτι τόσο κενό που έπεσε από πάνω μου σαν νεκρό δέρμα. Το παιδί γύρισε πίσω, η αράχνη ξαναπήρε τα δικαιώματά της. Το άγχος γέμισε τόσο που εξερράγη. Άσπρο, το εκτυφλωτικό άσπρο έγινε το χρώμα του άγχους.
     Είμαι πολύ απλός πια για να φοβάμαι τη βόμβα. Είμαι πολύ πολύπλοκος, μετά απ' όλα αυτά, για να μπορώ να δω κάτι άλλο εκτός από το λευκό. Κοίτα με πως ξαπλώνω, σαν βρέφος τυλιγμένο στα σπάργανα.

Μετάφραση από τα Ολλανδικά: Τρύφων Λιώτας
Λίγα λόγια για το βιβλίο και τον συγγραφέα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
« PREV
NEXT »

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου