ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Σάββατο 6 Αυγούστου 2016

Οι Χήνες

Ιβάν Αντρέγιεβιτς Κριλόβ , Μύθοι (1769-1844)



Με μια βέργα μακρυά που έφθαν’ ως πέρα,

χωριάτης χήνες έδιωχνε στην αγορά μια μέρα,

και επειδή εβιάζετο να πάρη τον παρά του,

δεν ήταν και πολύ λεπτός στη συμπεριφορά του.

(Όταν ο πόθος του παρά τον άνθρωπο τον σπρώχνει,

όχι ταις χήνες μοναχά μ’ άσχημο τρόπο διώχνει,

αλλά και τους ομοίους του στέλλει κατά διαβόλου).

Η χήνες όμως άλλως πως φρονούσαν η καϋμέναις ,

κ’ ευθύς που απαντήθηκαν με ένα διαβάτη,

τέτοια παράπον’ άρχισαν να λεν για το χωριάτη.

«Που άλλες χήνες να βρεθούν πλέον δυστυχισμένες;

Κύτταξ’ αυτός πως μας κεντά και βάναυσα μας σπρώχνει,

και ωσάν χήνες πρόστυχες  να ήμεθα, μας διώχνει.
Αλλά ο αμαθής δε ξέρη
πως πρέπει σέβας να μας φέρη,
διότι καταγόμεθα, ολόισ’ από κείναις
ταις ξακουσμένες χήνες

όπου την Ρώμη έσωσαν και ταις τιμούν ως τώρα.

Πλην σεις, γιατί γυρεύετε να σας τιμούν στη χώρα;

Ο διαβάτης ερωτά. – Οι πρόγονοι μας… – Ναι, καλά,
τα ξέρω, τα εδιάβασα, αλλά

ειπήτε, σεις τι κάματε κατόρθωμα μεγάλο;    

– Οι πρόγονοι μας έσωσαν τη Ρώμη∙ θέλεις άλλο;

– Σωστό, πλην σεις ποια κάματε πράξι επαινετή;

– Ημείς; Καμία! – Και λοιπόν, ποιαν έχετ’ αρετή;

Αφήστε τους προγόνους σας ησύχους∙ τι σας κάνουν;

Εκείνοι ό,τι έκαναν αυτό απολαμβάνουν∙

σεις όμως, φιληνάδες μου, πεισθήτε εις αυτό,

είσθε καλαίς και άξιαις μονάχα για ψητό.



Τον μύθον καθαρώτερα μπορούσα να ξηγήσω

πλην σιωπώ, ταις χήνες μας μην τύχη κ’ ερεθίσω.



(Μετάφραση Π. Α. Αξιώτης, 1889)

« PREV
NEXT »

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου